- χαρισματούχοι
- οι, Νθρησκειολ. (κυρίως στις πρωτόγονες θρησκείες) θρησκευτικοί ηγέτες τών οποίων η ανάδειξη οφειλόταν στα προσωπικά τους χαρίσματα και οι οποίοι έχαναν τη δύναμη και την επιβολή τους μόλις τα χαρίσματά τους αυτά εξέλιπαν ή τούς τά αμφισβητούσαν.[ΕΤΥΜΟΛ. < χάρισμα + -ούχος*].
Dictionary of Greek. 2013.